- ανάχωμα, προστατευτικό
- Έργο κατά μήκος των δύο όχθων ενός ποταμού, που έχει προορισμό τη ρύθμιση της απορροής του και την αποφυγή ζημιών στην παραποτάμια περιοχή και στις γειτονικές ζώνες. Τα π.α. είναι χωμάτινα και κατασκευάζονται από υλικά που λαμβάνονται από τα πρανή της κοίτης του ποταμού (δανειοθάλαμοι). Η κλίση των πρανών του π.α. ποικίλλει ανάλογα με τη φύση του υλικού, γίνεται όμως μικρότερη στο εξωτερικό μέρος. Στο πάνω μέρος του π.α. κατασκευάζεται πάντα ένας δρόμος. Το ύψος του έργου εξαρτάται από τις ανάγκες προστασίας, που καθορίζονται από την πλημμυρική μέγιστη παροχή του ποταμού (οπότε το κατασκευάζουν κατά ένα μέτρο ψηλότερο για ασφάλεια). Όταν το π.α. πρέπει να είναι πολύ ψηλό, ενισχύεται στο εξωτερικό μέρος με αναβαθμίδες, για να αντέχει περισσότερο. Κατά την κατασκευή τοποθετείται το υλικό σε λεπτά στρώματα διαδοχικά, που βρέχονται και συμπιέζονται χωριστά το καθένα.
Συχνά χρειάζεται να γίνουν έργα για να προστατευτεί το π.α., ιδίως από τη διάβρωση. Χρησιμοποιούνται γι’ αυτό τον σκοπό διάφορα υλικά, είτε φυσικά (κροκάλες και αμμοχάλικο) είτε λατομικά (λίθοι και σκίρα), τα οποία τοποθετούνται στο πρανές προς το μέρος του ρεύματος, είτε μεταλλικά δίχτυα γεμάτα χαλίκια. Άλλοτε κατασκευάζουν πρόβολους, που καθώς προεξέχουν απομακρύνουν το ρεύμα από τις όχθες· έτσι αποφεύγονται οι ζημιές. Για τις μεγάλες πλημμύρες γίνεται πρόβλεψη ώστε να αυξάνεται το ύψος του π.α. και τοποθετούνται σάκοι με χώμα. Σε άλλες απρόβλεπτες περιπτώσεις λαμβάνονται ειδικά μέτρα με πολύπλοκα έργα.
Dictionary of Greek. 2013.